Μια χούφτα παιδί
με ανάσα τόσο δα μικρή,
μα… με καρδιά τόσο μεγάλη
που μας χωρά όλους.
Δυο μάτια μεγάλα,
που χρώμα δεν πήραν ακόμα.
Περιμένουν τον κόσμο να φανεί
με ένα χαμόγελο και ένα κλάμα αγνότερο του αγνού.
Ανάξια η κληρονομιά μα με ευγενείς απογόνους
το χρώμα των ματιών θα εκδικηθεί αγνά και ταπεινά
και εγώ… μόνο το περιμένω.
Για αυτό γράφω με ένα πεζό λόγο.
Ένας άθλιος πρόγονος πάντα θα παραμένω,
ευτυχώς για την ζωή, για λίγο ακόμα μάλλον όμως,
όσο και αν με πονά αυτό
όσο και αν την πληγή τούτο την μεγαλώνει
θα είμαι πάντα το παρελθόν.
Δεν λυπάμαι για όσα έζησα, ούτε για αυτά που δεν θα ζήσω
Λυπάμαι για το άρωμα που πια δεν θα οσμιστώ
Για το δάκρυ που το ανάξιο χέρι μου δεν θα γίνεται ένα με το δικό μου.
…
Δίνω όμως όρκο ζωής και θανάτου
θα γαμήσω ότι επιχειρήσει κακό
σε ότι με αγάπησε...