Είμαι κάτι ασήμαντο, είμαι και κάτι μικρό. Κοιτώ γύρω μου, πόσο σημαντικά είναι όλα. Για μένα πιο πολύ ακόμα. Κοιτώ και μέσα μου, και αχ είναι. Ότι λάτρεψα το ίχνος μου δεν μπορώ να του το αφήσω. Το νοιώθω. Κοιτώ, πάλι και σκοτάδι και αστραπή βλέπω. Τα αρώματα του κήπου μου, αυτού ντε, που ποτέ δεν κατάφερα να σιάξω, βουή και αντάρα γίνονται! Μέθη τάχα απ΄ το όνειρο ή απ΄ την βουή του κόσμου μήπως. Φθινόπωρο θαρρώ πως τότε ήταν, και 20 χρόνια πριν μπορεί, νομίζω στις 3 ξημέρωμα ήταν. Νοτιάς θυμωμένος παρέα μου ροβολούσε, να έτσι, όπως και εγώ τώρα, πιο νεκρός και από τους νεκρούς, αγώνα άνισο για ζωή κάμω . Ερημιά, και το φεγγάρι, θυμάμαι, κοπάνα από τα δρώμενα είχε κάνει. Δρόμο του Βύρωνα περπατούσα, και τις λεύκες της πλατείας, λουλούδια τα φύλλα τους να μου σκορπούν, παρέα μου είχα. Συνοδοιπόρος μου μια κατσαρίδα ήταν. Το βλέμμα μου πάνω της είχα συνεχώς. Την μια στιγμή απειλή για μένα ήταν, την άλλη το βήμα μου να συνχρονίσω, στο βήμα της προσπαθούσα. Μια ζωή μου πήρε να καταλάβω, δέκα να δεχτώ ότι με είχε χεσμένο! Στην μέση του δρόμου περπατούσα, μπροστά μόνο όμως νόμιζα κινούσα. Και τότε ήξερα για τα βλέμματα, πίσω από της ψυχής τις γρίλιες, που με κοιτούσαν. Από τότε ομολογώ, στους σύγχρονούς μου, ψωνάρα ήμουν. Μια ροβολιά το γαμώτο είναι, έτσι και εγώ την σβούρισα! Ένα χαμόγελο και ένα σβούρισμα, τα δάκρυα, βροχή αιφνίδια, τον έρημο δρόμο να ποτίσω έκαμα. Στα 9 καρέ την κίνηση και την ζωή την σταμάτησα Γύρισα πίσω τα ανάδρομα. Πάγωσε τότε το πλάνο. Τα χέρια είχα και την ψυχή νομίζω σε διάταση. Και είδα την ερημιά
My solitudine
…to be continued
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου