Ο Ροβεσπιέρος… Ο επαναστάτης που κατάφερε να γίνει ο αντεπαναστάτης του εαυτού του δηλαδή! Και το μέταλλο, που αντί για αλέτρι, έγινε γκιλοτίνα, και ο Ροβεσπιέρος, ένοχοι δεν νομίζω να ήταν! Οι πράξεις σίγουρα όμως ενοχή προσφέρουν, και οι καλές και οι κακές! Όλες οι πράξεις όμως, και επανάσταση είναι, και αντεπανάσταση, εκφυλισμός τους η τρομοκρατία κάθε είδους! Περισσότερο τρομοκρατία όμως, είναι οι πράξεις εκ συναισθημάτων οι προερχόμενες!
Σε κάθε έκφανση της ζωής υπάρχει η αρχή και η αναρχία, το συντηρητικό και το προοδευτικό! Κάθε φορά αλλάζουν ρόλους μεταξύ τους όμως! Δεν έχουν απόλυτη ερμηνεία. Έχουν σκοπό όμως! Να κινούν τη ζωή! Η αλλαγή των ρόλων συντελείται όταν κάτι εδραιώνεται ως κατεστημένο πάντα.
Με την ιστορία τούτη όλα τα παραπάνω μόνη σχέση που έχουν είναι ότι είναι το περίβλημα τούτης της διήγησης… …ο φιόγκος δηλαδή!
Του μεσημεριού ώρα ήταν θυμάμαι… Δέκα χρονών παιδί, με λάσπη, για χρώμα το σωματάκι του, με χάρτη κάποιου ανεξερεύνητου κόσμου έμοιαζε! Μόλις ψες, το μαλλί του το ξανθό, η μάνα του με την ψαλίδα για τη κούρα των προβάτων, τρυφερά τα φρόντισε! Τα γουρούνια πήγε, …να σιάξει αυτό! Και τα «πράγματα» να τα ταΐσει κιόλας! Πως ένα παιδί, με το ζόρι 20 κιλά και να μαζεύει και να κουβαλά; Σέρνοντας, και βάρος και το κορμάκι του, το κάμε όμως, και το ένα και το άλλο! Άκληροι δουλευτές οι οικογένεια του ήταν. Άκληρο και δουλευτής και αυτό! Είχε και ένα ελάττωμα… Πονούσε τους γονιούς του πιότερο από το κορμάκι του το ίδιο που πονούσε! Έβλεπε την μάνα στη διπλανή την στάνη να κουμαντάρει την βρωμιά και το πλήθος, και πονούσε! Και ο πατέρας, σαν το αλέτρι το έσπρωχνε πιότερο από τα γελάδια γιατί τα συμπονούσε, πόνος τον κυρίευε!
Στον κήπο του σπιτιού όμως και μια λεμονιά μόνη της είχε γεννηθεί όπως και αυτό η μάνα του χωρίς άλλου φροντίδα το έκαμε. Πλουμιστή, και όμορφη με καρπούς γιομάτη η λεμονιά,! Σαν τελείωνε το λοιπόν κείνο το παιδί, και με τον πόνο και με τα «πράγματα», κινούσε προς την μεριά της! Τριάντα βήματα δρόμος, πάντα όμως τα μετρούσε! Τον θάμπωνε, πιο πολύ το άρωμα της πάντως! Ήταν άρωμα καθαρό και χάρισμα μόνο! Και όταν ήταν και στολισμένη με τα άνθη της, νύφη μοσχομυρούσα. Άπλωνε τότε το χέρι και έκοβε ένα φύλλο μόνο! Του ‘ριχνε μια νυχιά μικρή, το άρωμα να ξεχυθεί πιότερο, και στον κόρφο του το απέθετε! Τότε άρχιζε αμέσως το ροβολιτό για το ποτάμι.
Το ποτάμι ήταν αρκετά ορμητικό, μα περισσότερο ήταν το σύνορο του αφέντη! Η γης φυσικά δικιά του ήταν όλη. Και από την μια όχθη και από την άλλη. Αυτός όμως, το σύνορο έλεγε πάντα την απέναντι, και ποινή μεγάλη είχε όποιος με τα χνάρια του την μαγάριζε! Τότε και το παιδί στα 10 του χρόνια, έσκυβε στην του ποταμού την όχθη την νόμιμη και από τον κόρφο του απέθετε το φύλλο το χαραγμένο από το δικό του νύχι, στην κοίτη του ποταμού του ορμητικού. Αυτό ήταν το δικό του το καράβι! Το κουρσάρικο! Όπως το ρεύμα του ποταμού παρέσυρε το φύλλο, παρέσυρε και αυτό το παιδί σε τρεχάλα να το ξεπερνά κάθε φορά στην επόμενη στροφή! Νομίζω, τον ποταμό «Επανά» τον λέγανε, και το καράβι, «Στάση»…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου